Κάτω Βούταινα Μεσσηνίας – Η λάμψη μέσα στην ερήμωση

Του Γιάννη Λάσκαρη, μέλους της ομάδας “Τα Γεράκια”
Κάτω Βούταινα

Επειδή κανένα χωριό δεν μοιάζει με ένα άλλο – όχι γιατί είναι απλά το χωριό σου – αλλά γιατί κουβαλά μοναδικά το αποτύπωμα όσων πέρασαν, έζησαν, δούλεψαν και ονειρεύτηκαν σε αυτό, αξίζει να καταθέσω ένα συμπέρασμα που έχω εμπεδώσει ως περιηγητής: Κάθε χωριό έχει τη δική του λάμψη και διαφεντεύει τη μοίρα μας, κι ας το αγνοούμε. Κι ας το αφήνουμε να ερημώνει.

Η Κάτω Βούταινα Μεσσηνίας είναι μια τέτοια λάμψη. Ήσυχη, σεμνή, αγκαλιασμένη από πλαγιές και αναμνήσεις. Ένα χωριό που λάμπει παρά την ερημιά που το κυκλώνει. Εδώ η εγκατάλειψη δεν έχει καταφέρει να σβήσει τη βαθιά του ομορφιά· αντίθετα, την αναδεικνύει με τρόπο σπαρακτικά γοητευτικό.

Τα σπίτια, χτισμένα με μεράκι και επιμέλεια, κάποτε γεμάτα φωνές, τραγούδια, καθημερινές φροντίδες. Τώρα σιωπηλά – όμως περιποιημένα – σαν να περιμένουν. Οι αυλές τους λες κι έχουν ποτιστεί με την ανάμνηση των ανθρώπων τους: όσων έμειναν, όσων έφυγαν, όσων ξενιτεύτηκαν μα δεν ξέχασαν. Η πέτρα, το χώμα, η γαλήνη που απλώνεται καθώς περπατάς στα μονοπάτια του χωριού, σου ψιθυρίζουν: υπάρχω ακόμα· δες με.

Λίγο πριν δύσει ο ήλιος, τότε που ο ουρανός βάφεται με τις τελευταίες πορτοκαλί πινελιές, οι κραυγές από τα τσακάλια ακούγονται από τα γύρω ρέματα. Είναι η ώρα που η φύση αναλαμβάνει τον λόγο και μαζί με αυτή, ξεδιπλώνεται η αλήθεια: ο τόπος ερημώνει. Η σιωπή γίνεται κραυγή. Και κάθε κραυγή των άγριων ζώων μοιάζει με τον απόηχο μιας ανθρώπινης φωνής που χάθηκε στη στροφή του χρόνου.

Η Κάτω Βούταινα δεν είναι μόνο γραφική —είναι ζωντανή στη μνήμη και στον χαρακτήρα της. Δεν ξεχάστηκε. Ίσως αγνοήθηκε. Αν υπήρχε έγκαιρα ένα σχέδιο, αν είχε κάποιος ακούσει τις φωνές των ανθρώπων της, αν είχε επενδυθεί αγάπη σε μορφές ήπιου τουρισμού, ίσως κάτι να είχε σωθεί πιο σταθερά.

Κι όμως, όλα εδώ έχουν στηθεί από την αγάπη: τα πέτρινα πεζούλια, οι πορτοκαλιές αυλές, οι παλιές κρήνες και τα ξωκκλήσια. Όλα φωνάζουν «ήμασταν εδώ». Και ίσως μπορούν ακόμα να πουν: “μπορούμε να είμαστε ξανά”.

Το χωριό αυτό δεν είναι απομονωμένο· είναι κομβικό. Οδηγεί σε μονοπάτια και γειτονικούς θησαυρούς. Μπορεί να τραβήξει κοντά του τον περιηγητή, τον ποδηλάτη, τον λάτρη της στροφής και της ανακάλυψης. Μπορεί να γίνει σταθμός αναπνοής, αρκεί κάποιος να του ξαναδώσει ρόλο: ένας φορέας να το πιστέψει, μια παρέα νέων να το αγκαλιάσει, ένα μικρό καφενείο να ανοίξει ξανά.

Μπορεί; Ίσως είναι όνειρο. Μα, όπως τραγουδήσαμε μικροί, αξίζει να υπάρχεις για ένα όνειρο. Ας το ζήσουμε μεγάλοι.

Γιατί η Κάτω Βούταινα μάς περιμένει. Με τη λάμψη της. Με τη μοίρα της που – χωρίς να το ξέρουμε – είναι και δική μας.

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Exit mobile version