Γιατί έγινε και αυτό και ακούστηκε στα πέρατα πως η Καλαμάτα πληγώθηκε από τον εγκέλαδο ένα τέρας που ξεπήδησε από τα έγκατα της να την κατασπαράξει και την κατασπαράξει.
Μόνο που άνθισε ξανά. Στήθηκε στα πόδια της και έγινε τόπος ελκυστικός ζωντανός με λίγα λόγια προορισμός.
Θυμάμαι τη θλίψη σαν περνάμε το πρώτο λεωφορείο για άλλες πόλεις λόγο σπουδών μιας και οι φοιτητικές υποχρεώσεις το επέβαλλαν και την χαρά κάθε που την κουβαλάγαμε στις συζητήσεις μας.
Άντεξε αντέξαμε πιστέψαμε στο όραμα της αναγέννησης και σήμερα νοσταλγούμε μόνο καλές αναμνήσεις. Εμείς που προλάβαμε την ελιά να συμμαχεί με τον πεζόδρομο και την πορτοκάλια να ανθίζει στις παρυφές της πόλης εμείς που δεν ζήσαμε πόλεμο αλλά σεισμό υποκλινόμαστε στη γοητεία της πόλης που πέθανε αλλά αναστήθηκε μέσα από τα ερείπια της και συστήθηκε ξανά στο πανελλήνιο ως νύφη του μεσσηνιακού με προίκα την αρχιτεκτονική που διασώθηκε τον πολιτισμό και το παραλιακό μέτωπο.
Πάντα η Καλαμάτα έλκει το βλέμμα και τα όνειρά των κατοίκων και των επισκεπτών. Άλλοτε με το φως της θάλασσας, άλλοτε με το άρωμα των γιασεμιών της.
Κι εμείς, όπου κι αν βρεθούμε, την κουβαλάμε μέσα μας –σαν υπόσχεση επιστροφής, σαν γλυκιά ανάμνηση που δεν σβήνει ποτέ.
Νίκη Γιαννακοπούλου, Γιάννης Λασκαρης.