Ο Αχλαδόκαμπος, μία περιοχή της Αργολίδας που συνδέεται με ιστορίες, μύθους και έναν από τους σημαντικότερους σιδηροδρομικούς σταθμούς της Πελοποννήσου, εξακολουθεί να συναρπάζει με το παρελθόν και τη μοναδική του γεωγραφία.
Αν και σήμερα ο σιδηρόδρομος έχει πάψει να λειτουργεί στη συγκεκριμένη γραμμή, η εντυπωσιακή γέφυρα που δεσπόζει στην κοιλάδα εξακολουθεί να αποτελεί μνημείο τεχνικής πρωτοπορίας.

Από πού πήρε το όνομά της η περιοχή
Η ονομασία Αχλαδόκαμπος συνοδεύεται από δύο κυρίαρχες αφηγήσεις. Η πρώτη αποδίδει το όνομα σε έναν Τούρκο πασά, ο οποίος γοητευμένος από τον απέραντο ελαιώνα της περιοχής φέρεται να είπε το χαρακτηριστικό «Αχ… Λαδόκαμπος», συνδυάζοντας τον ήχο θαυμασμού με τον πλούτο σε λάδι.
Η δεύτερη, πιο ιστορικά τεκμηριωμένη εκδοχή, αναφέρεται στις αχλαδιές που είχαν εισαχθεί από τους Ενετούς και κάλυπταν κάποτε όλο τον κάμπο. Με την πάροδο του χρόνου οι καλλιέργειες προσβλήθηκαν, τα δέντρα χάθηκαν και αντικαταστάθηκαν από ελαιώνες – όμως η ονομασία παρέμεινε.

Το γεωγραφικό πέρασμα που όρισε τη σιδηροδρομική χάραξη
Η περιοχή αποτέλεσε κομβικό σημείο για την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Μύλων – Καλαμών, καθώς από εδώ το τρένο κέρδιζε σταδιακά το απαραίτητο υψόμετρο για να φτάσει στο οροπέδιο της Τρίπολης.
Σε αυτό το δύσβατο αλλά στρατηγικά κρίσιμο σημείο αποφασίστηκε η οικοδόμηση μιας γέφυρας που θα άφηνε ιστορία.
Ένα τεχνικό επίτευγμα για την Ελλάδα και την Ευρώπη
Η αρχική μεταλλική γέφυρα καταστράφηκε από τα γερμανικά στρατεύματα κατά την αποχώρησή τους στις 9 Σεπτεμβρίου 1944, διακόπτοντας τη σιδηροδρομική σύνδεση για σχεδόν τρεις δεκαετίες.

Οι εργασίες για τη νέα γέφυρα ξεκίνησαν το 1970 και ολοκληρώθηκαν τον Δεκέμβριο του 1973. Το πρώτο τρένο διέσχισε την τεχνικά άρτια κατασκευή στις 22 Δεκεμβρίου 1973, ενώ τα επίσημα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 16 Φεβρουαρίου 1974.
Η γέφυρα θεωρείται ορόσημο της ελληνικής τεχνικής ιστορίας, καθώς πρόκειται για την πρώτη προεντεταμένη σιδηροδρομική γέφυρα στην Ελλάδα και μία από τις πρώτες τέτοιου τύπου σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η πρωτοποριακή της μελέτη παρουσιάστηκε στο 7ο Παγκόσμιο Συνέδριο Οπλισμένου Σκυροδέματος στη Νέα Υόρκη, τον Μάιο του 1974.
Με συνολικό μήκος 279,5 μέτρων, ύψος βάθρου που φτάνει τα 60 μέτρα και σχεδίαση με διπλές Τ δοκούς, η γέφυρα θεωρείται ακόμη και σήμερα υπόδειγμα μηχανικής ακρίβειας και αντοχής.

Ο μύθος του Συρτή και η ζωντανή μνήμη του σιδηροδρόμου
Ο όρος «Σύρτης» ανήκει στη σιδηροδρομική ορολογία και αποτέλεσε την αφορμή για το βιβλίο του Παναγιώτη Ρουμέντζα «Ο Μύθος του Σύρτη». Μέσα από πολυετή έρευνα, συγκέντρωση μαρτυριών και ιστορικών στοιχείων, ο συγγραφέας αναδεικνύει όχι μόνο τη γέφυρα αλλά και την ευρύτερη σιδηροδρομική κουλτούρα της περιοχής.
Το έργο του λειτουργεί ως πολύτιμη παρακαταθήκη για μια εποχή όπου ο σιδηρόδρομος αποτελούσε βασικό άξονα ανάπτυξης για την Πελοπόννησο.

Μία γέφυρα-φάντασμα σε έναν σιδηρόδρομο που σίγησε
Με την παύση λειτουργίας του Πελοποννησιακού Σιδηρόδρομου, η γέφυρα του Αχλαδόκαμπου παραμένει ανενεργή – ένα εντυπωσιακό τεχνικό μνημείο που όμως δεν εξυπηρετεί πια τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε.
Στέκει πάνω από την κοιλάδα σαν σιωπηλός μάρτυρας μιας άλλης εποχής, υπενθυμίζοντας την τεχνογνωσία, τον μόχθο και την αναπτυξιακή δυναμική που κάποτε διέτρεχε τις σιδηροδρομικές γραμμές της Πελοποννήσου.











