Κρατά την αξία του το ελαιόλαδο – Μέτρια προς καλή η φετινή παραγωγή

Η φετινή παραγωγή ελαιολάδου εκτιμάται στους 200.000-250.000 τόνους. Οι τιμές παραμένουν σταθερές, όμως οι παραγωγοί αντιμετωπίζουν αυξημένο κόστος και τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Ελαιόλαδο ελιές

Μέτρια προς καλή χαρακτηρίζεται η παραγωγή ελαιολάδου για το 2025, με τον συνολικό όγκο να εκτιμάται μεταξύ 200.000 και 250.000 τόνων.

Η εικόνα παραμένει κοντά στα περσινά επίπεδα, ωστόσο η παραγωγικότητα διαφέρει ανά περιοχή, καθώς οι κλιματικές συνθήκες και η φυσική εναλλαγή της καρποφορίας επηρεάζουν σημαντικά το αποτέλεσμα.

Ανομοιόμορφη εικόνα ανά περιοχή

Όπως εξηγεί μιλώντας στο ΑΠΕ ΜΠΕ ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου (ΕΔΟΕ), Μανώλης Γιαννούλης, «σε κάποιες περιοχές η κατάσταση είναι βελτιωμένη, ενώ σε άλλες παρατηρείται πτώση στην απόδοση».

Η Κρήτη, που πέρυσι σημείωσε ιδιαίτερα καλή χρονιά, φέτος καταγράφει μικρότερη παραγωγή, λόγω λιγότερων βροχοπτώσεων, ήπιου χειμώνα και μειωμένης ανθοφορίας.

«Το λιόδεντρο δεν μπορεί να δώσει μεγάλες αποδόσεις δύο συνεχόμενες χρονιές», τονίζει ο κ. Γιαννούλης, επισημαίνοντας ότι πιο ακριβής εικόνα για την παραγωγή θα υπάρχει προς το τέλος Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου, καθώς δεν υπάρχει επίσημη εθνική καταγραφή, μόνο εκτιμήσεις.

Σταθερές τιμές για το ελαιόλαδο

Η φετινή αγορά αναμένεται ήρεμη. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΔΟΕ, δεν προβλέπονται μεγάλες αυξομειώσεις στις τιμές, καθώς η παραγωγή στη Μεσόγειο είναι επίσης μέτρια, χωρίς φαινόμενα υπερπροσφοράς.

Οι τιμές παραγωγού κυμαίνονται αυτή την περίοδο μεταξύ 4 και 5 ευρώ το κιλό, επίπεδα που αναμένεται να διατηρηθούν σταθερά.

Στα ράφια των σούπερ μάρκετ, οι καταναλωτές αγοράζουν ελαιόλαδο με τιμή 7-8 ευρώ το κιλό, γεγονός που δείχνει μια ομαλοποιημένη αγορά, χωρίς τις έντονες διακυμάνσεις των προηγούμενων ετών.

«Φαίνεται ότι θα έχουμε μια ήρεμη χρονιά, με επαρκές προϊόν και σταθερότητα στην αγορά», επισημαίνει ο κ. Γιαννούλης.

Οι δύο μεγάλες προκλήσεις

Δύο ζητήματα συνεχίζουν να απασχολούν τους παραγωγούς: το υψηλό κόστος παραγωγής και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

«Το κόστος παραγωγής στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα υψηλό», τονίζει ο πρόεδρος της ΕΔΟΕ.

Οι ελιές καλλιεργούνται κυρίως σε πετρώδη και επικλινή εδάφη, συχνά ξερικά, χωρίς αρδευτικά μέσα.

Η μείωση των βροχοπτώσεων και οι ήπιοι χειμώνες επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη των δέντρων.

«Η ελιά χρειάζεται κρύο και νερό για να δώσει ποιοτικό καρπό. Όταν αυτά λείπουν, η παραγωγή υποχωρεί», σημειώνει.

Παράλληλα, το κόστος συλλογής έχει αυξηθεί θεαματικά: «Το μεροκάματο έχει υπερδιπλασιαστεί, από 30-35 ευρώ πριν την πανδημία, σήμερα ξεπερνά τα 60 ευρώ», αναφέρει, προσθέτοντας ότι «οι εργάτες γίνονται ολοένα και πιο δυσεύρετοι».

Η έλλειψη μηχανοποίησης αποτελεί ακόμη έναν ανασταλτικό παράγοντα: «Σε αντίθεση με την Ισπανία ή την Πορτογαλία, στην Ελλάδα δεν είναι εφικτή η εκτεταμένη μηχανική συγκομιδή», υπογραμμίζει ο κ. Γιαννούλης.

Ανάγκη για επενδύσεις και οργάνωση

Για να γίνει η ελληνική ελαιοκαλλιέργεια πιο ανταγωνιστική, απαιτούνται επενδύσεις, οργάνωση και σύγχρονες πρακτικές καλλιέργειας.

«Η μετάβαση σε πιο παραγωγικά και βιώσιμα μοντέλα απαιτεί κεφάλαια και στρατηγικό σχεδιασμό», τονίζει ο πρόεδρος της ΕΔΟΕ, σημειώνοντας ότι «υπάρχουν μεμονωμένες επιχειρήσεις που ήδη δείχνουν τον δρόμο προς την εξωστρέφεια».

Αύξηση στις εξαγωγές τυποποιημένου ελαιολάδου

Θετικό είναι το γεγονός ότι οι εξαγωγές τυποποιημένου ελληνικού ελαιολάδου παρουσιάζουν σταθερή άνοδο τα τελευταία χρόνια.

«Από τους 20-25 χιλιάδες τόνους που εξάγαμε παλαιότερα, έχουμε φτάσει κοντά στους 40 χιλιάδες τόνους, γεγονός που αποδεικνύει τη δυναμική του επώνυμου ελληνικού ελαιολάδου στις διεθνείς αγορές», σημειώνει ο κ. Γιαννούλης.

Παρά τα εμπόδια, το ελληνικό ελαιόλαδο παραμένει ποιοτικό, εξαγώγιμο προϊόν με σημαντική προοπτική ανάπτυξης, εφόσον υπάρξει συντονισμένη προσπάθεια για εκσυγχρονισμό του κλάδου.

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

newsletter banner anagnostis