Μία από τις μεγαλύτερες σπείρες τηλεφωνικών απατών που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα εξάρθρωσε η Ελληνική Αστυνομία, έπειτα από μία εκτεταμένη επιχείρηση στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 400 αστυνομικοί. Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 13 Νοεμβρίου, με συντονισμένες έρευνες σε Κορινθία, Αττική και άλλες περιοχές της χώρας.
Συνολικά συνελήφθησαν 45 άτομα, ενώ 96 ακόμη περιλαμβάνονται στη δικογραφία για συμμετοχή στο πολυεπίπεδο κύκλωμα. Οι αρχές υπολογίζουν ότι το παράνομο οικονομικό όφελος της οργάνωσης ξεπερνά τα 7,6 εκατομμύρια ευρώ. Μέχρι στιγμής έχουν εξιχνιαστεί 1.089 υποθέσεις, ωστόσο εκτιμάται πως ο πραγματικός αριθμός των απατών είναι πολύ μεγαλύτερος, καθώς πολλοί πολίτες δεν κατήγγειλαν ποτέ τα περιστατικά.
Η «βάση» της σπείρας στο Ζευγολατιό Κορινθίας
Κεντρικός πυλώνας της εγκληματικής δράσης ήταν ένα οργανωμένο «αρχηγείο» στο Ζευγολατιό Κορινθίας, ένα καλά εξοπλισμένο τηλεφωνικό κέντρο όπου μέλη της οργάνωσης πραγματοποιούσαν καθημερινά εκατοντάδες κλήσεις. Στον ίδιο χώρο έκρυβαν χρήματα, τιμαλφή και, όταν χρειαζόταν, μέλη που αναζητούνταν από τις αρχές.
Το τηλεφωνικό κέντρο στελεχωνόταν από άτομα με άριστη γνώση ελληνικών, τεχνική εξοικείωση με ηλεκτρονικές συσκευές και εμπειρία στη διαδικτυακή τραπεζική. Παράλληλα, υπήρχαν και δευτερεύοντα κέντρα σε σημεία της Κορινθίας όπως το Βραχάτι, ο Άσσος και τα Εξαμίλια.
Για να δυσκολέψουν τον εντοπισμό των ηγετικών μελών, είχαν δημιουργηθεί παράλληλα επιχειρησιακοί «κόμβοι» σε Αγία Βαρβάρα, Άνω Λιόσια, Ζεφύρι και Φυλή, διαχωρίζοντας έτσι την επιχειρησιακή δράση από το κεντρικό τηλεφωνικό κέντρο.

Ο τρόπος δράσης: από ψεύτικες ταυτότητες μέχρι εικονικές αγγελίες
Η σπείρα χρησιμοποιούσε ποικίλες μεθόδους εξαπάτησης, προσαρμοσμένες στα κάθε φορά δεδομένα της επικαιρότητας, όπως επιδοτήσεις, επιδόματα και κρατικές ανακοινώσεις. Οι δράστες συστήνονταν ως:
- υπάλληλοι δημόσιων υπηρεσιών, ζητώντας δήθεν επανεκκαθαρίσεις ή επιστροφές χρημάτων,
- λογιστές ή φοροτεχνικοί, εξασφαλίζοντας πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς των θυμάτων,
- αστυνομικοί, καλώντας ξανά τα θύματα για να τα πείσουν να «πετάξουν χρήματα από το μπαλκόνι» για δήθεν παγίδευση απατεώνων,
- πωλητές οχημάτων και μηχανημάτων, δημοσιεύοντας εικονικές αγγελίες για να πάρουν προκαταβολές.
Η οργάνωση χρησιμοποιούσε πάνω από 150 κινητά τηλέφωνα, τα οποία άλλαζε συνεχώς, ενώ πραγματοποιούσαν περίπου 40 κλήσεις ημερησίως σε ανυποψίαστα θύματα.
Ιδιαίτερη βαρύτητα είχαν οι «εισπράκτορες» που ταξίδευαν σε όλη την Ελλάδα για να παραλαμβάνουν χρήματα ή κοσμήματα, αξιοποιώντας συγγενικούς ή φιλικούς δεσμούς στην επαρχία ώστε να μην φτάνουν ποτέ στα ίχνη τους τα ηγετικά μέλη.
Αυστηρή ιεραρχία και ρόλοι μέσα στην οργάνωση
Η σπείρα λειτουργούσε με δομή «επιχείρησης». Στην κορυφή βρισκόταν ο «διευθυντής» και οι στενοί συνεργάτες του, που καθόριζαν τη στρατηγική, συντόνιζαν τα μέλη και διαχειρίζονταν τα οικονομικά.
Ακολουθούσαν:
- οι επικεφαλής των επιχειρησιακών κέντρων,
- οι τηλεφωνητές,
- οι στρατολογητές τραπεζικών στοιχείων,
- οι εισπράκτορες,
- και στη βάση τα λεγόμενα «money mules», άτομα που παραχωρούσαν ή πωλούσαν τις τραπεζικές τους κάρτες για 300–800 ευρώ.
Οι λογαριασμοί και οι συσκευές των «money mules» χρησιμοποιούνταν για μεταφορές χρημάτων, απόκρυψη ταυτότητας και γρήγορη διάχυση των ποσών.

Τι βρήκαν οι Αρχές στις έρευνες
Σε 73 κατ’ οίκον έρευνες σε Ζευγολατιό, Εξαμίλια, Αγία Βαρβάρα, Άνω Λιόσια, Ζεφύρι, Αχαρνές, Ασπρόπυργο, Ελευσίνα, Ραφήνα, Παλαιό Φάληρο και Ίλιον, εντοπίστηκαν:
- 38.564 ευρώ, 1.100 λίρες Αγγλίας και 13 δολάρια,
- ποσότητες κάνναβης και κοκαΐνης,
- 20 φυτά κάνναβης και πλήρες εργαστήριο υδροπονικής καλλιέργειας,
- 23 υπολογιστές και 116 κινητά τηλέφωνα,
- κάμερες και καταγραφικά,
- οπλισμός (πιστόλια, φυσίγγια, ρόπαλα, μαχαίρια, σιδερογροθιές),
- 10 αυτοκίνητα και 4 μοτοσικλέτες,
- σφραγίδες, έγγραφα, κοσμήματα και ρουχισμός.
Θύματα υπό πίεση και ένας άγνωστος αριθμός αδήλωτων υποθέσεων
Πολύς κόσμος -κυρίως ηλικιωμένοι- υπέστη σοβαρές ψυχολογικές ή ακόμα και σωματικές επιπτώσεις. Καταγράφηκαν περιστατικά ισχαιμικών επεισοδίων, κρίσεων πανικού και επιδείνωσης υπάρχουσων παθήσεων λόγω της έντονης πίεσης που ασκούσαν οι δράστες.
Πολλά θύματα αναγκάστηκαν να αλλάξουν την καθημερινότητά τους ή να ζητήσουν μόνιμη βοήθεια από συγγενείς.
Αρκετά περιστατικά δεν καταγγέλθηκαν ποτέ, είτε από ντροπή είτε από φόβο κοινωνικής έκθεσης, γεγονός που οδηγεί σε εκτίμηση ότι οι πραγματικές απάτες είναι πολλαπλάσιες.
Βαρύ κατηγορητήριο για τους εμπλεκόμενους
Σε βάρος των συλληφθέντων σχηματίστηκε δικογραφία για:
- σύσταση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση,
- απάτες και απάτες μέσω υπολογιστή,
- διακεκριμένες κλοπές,
- πλαστογραφία και αντιποίηση,
- νομιμοποίηση εσόδων,
- παραβάσεις για ναρκωτικά και όπλα,
- ληστεία και ενδοοικογενειακή βία,
- κατοχή ταξιδιωτικών εγγράφων τρίτων.
Οι συλληφθέντες οδηγούνται στον αρμόδιο εισαγγελέα.








