Η Πειραϊκή – Πατραϊκή Βιομηχανία Βάμβακος Α.Ε., γνωστή ως «Πειραϊκή-Πατραϊκή», υπήρξε η μεγαλύτερη βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας και βάμβακος της Ελλάδας και ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια της σύγχρονης ελληνικής βιομηχανικής ιστορίας. Ιδρύθηκε το 1919 και λειτούργησε αδιάκοπα μέχρι το 1996, οπότε και έκλεισε παραγωγικά. Ωστόσο, εξακολουθεί μέχρι σήμερα να εμφανίζεται στον κατάλογο των ληξιπρόθεσμων οφειλετών του Δημοσίου, καθώς δεν έχει κηρυχθεί σε πτώχευση.
Η ιστορία της ξεκίνησε το 1919 στην Πάτρα, από τους Χριστόφορο Κατσάμπα (1893-1984) και Στράτο Σταμούλη (1891-1963). Οι δύο επιχειρηματίες, πέρα από συνέταιροι, συνδέθηκαν και με οικογενειακούς δεσμούς, καθώς μερικά χρόνια αργότερα τα παιδιά τους παντρεύτηκαν.








Το 1924 η Πατραϊκή μετατράπηκε σε Ανώνυμη Εταιρεία, αποτελώντας την πρώτη Α.Ε. που ιδρύθηκε στην Πάτρα. Την ίδια χρονιά εγκαταστάθηκε και η πρώτη ντιζελοκίνητη μηχανή 50 ίππων γερμανικής κατασκευής, η οποία αντικατέστησε την ατμοκίνητη, περιορισμένων δυνατοτήτων.
Το 1926 ξεκίνησε η λειτουργία του κλωστηρίου, ύστερα από αγορά νέων μηχανημάτων από τη Γερμανία και πρόσληψη εξειδικευμένου προσωπικού από κλωστοϋφαντουργίες του Πειραιά. Το 1928 η επιχείρηση ενισχύθηκε με ακόμη περισσότερα μηχανήματα γερμανικής προέλευσης, γεγονός που την έκανε από τις πιο σύγχρονες της εποχής.








Η διετία 1929-1931 υπήρξε κρίσιμη, καθώς οι μεγάλες επενδύσεις για εκσυγχρονισμό δημιούργησαν σημαντικά οικονομικά ανοίγματα. Η θυγατρική εταιρεία «Πειραϊκή» βρέθηκε σε δυσχερή θέση, και έτσι το 1933 συγχωνεύθηκε με την «Πατραϊκή», προκειμένου να εξασφαλιστούν νέα δάνεια από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, που ήταν ο κύριος χρηματοδότης της.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η «Πειραϊκή-Πατραϊκή» παρείχε στον Ελληνικό Στρατό κουβέρτες και υφάσματα. Μετά τον πόλεμο η επιχείρηση είχε υποστεί σημαντικές ζημιές και οι πρώτες ύλες είχαν σχεδόν εξαντληθεί. Έναν χρόνο αργότερα, το 1950, κατασκευάστηκε στο Μεγάλο Πεύκο η νέα μεγάλη βιομηχανική μονάδα της, το πρώτο εργοστάσιο που ανεγέρθηκε στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο.
Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, η Πειραϊκή-Πατραϊκή γνώρισε τη χρυσή της εποχή: διέθετε πέντε εργοστάσια σε όλη τη χώρα, απασχολούσε πάνω από 4.000 εργαζομένους, και παρήγαγε δεκάδες εκατομμύρια μέτρα υφάσματος κάθε χρόνο. Τα προϊόντα της εξάγονταν σε ολόκληρο τον κόσμο και το όνομά της έγινε συνώνυμο της ποιότητας και της αξιοπιστίας.








Στις 7 Δεκεμβρίου 1962, το αμερικανικό περιοδικό Time χαρακτήρισε την εταιρεία «πρότυπο» για κάθε ελληνική βιομηχανία, αφιερώνοντάς της εκτενές άρθρο.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 άρχισαν να διαφαίνονται τα πρώτα σημάδια κρίσης. Οι αυξημένες τιμές ενέργειας, ο διεθνής ανταγωνισμός, το υψηλό εργατικό κόστος και οι εσωτερικές δυσκολίες στη διοίκηση οδήγησαν σταδιακά στην παρακμή. Το 1984 η εταιρεία εντάχθηκε στον νόμο περί προβληματικών επιχειρήσεων και πέρασε στον έλεγχο του κράτους. Παρά τις προσπάθειες εξυγίανσης, τα υπέρογκα χρέη και η έλλειψη επενδύσεων οδήγησαν τελικά στο οριστικό κλείσιμο στις αρχές της δεκαετίας του 1990.






Η Πειραϊκή-Πατραϊκή δεν υπήρξε μόνο οικονομικός κολοσσός· αποτέλεσε κομμάτι της ζωής και της ταυτότητας της Πάτρας. Για δεκαετίες προσέφερε εργασία, ευημερία και κύρος στην πόλη, ενώ υπήρξε «σχολείο» για γενιές εργαζομένων. Τα εγκαταλελειμμένα σήμερα κτήριά της θυμίζουν μια εποχή όπου η ελληνική βιομηχανία μπορούσε να σταθεί ισότιμα δίπλα σε διεθνή μεγαθήρια.
Η ιστορία της Πειραϊκής-Πατραϊκής είναι ένα ζωντανό μάθημα επιμονής, εργατικότητας και δημιούργίας που σημάδεψε την βιομηχανική πορεία της Ελλάδας.
Photos – Video: Michael Miller








