Στις 21 Σεπτεμβρίου 1687, ο φιλόδοξος ναύαρχος Φραντσέσκο Μοροζίνι αποβιβάζεται στον Πειραιά με ισχυρή δύναμη, που περιλάμβανε στρατό ξηράς 10.000 άνδρες, 871 άλογα, πυροβόλα, βόμβες, πολεμοφόδια και άφθονο υλικό πολιορκίας. Ο στρατός στρατοπεδεύει στον Άγιο Σπυρίδωνα της Δραπετσώνας και στην περιοχή του Φαλήρου. Η κατάληψη της Αθήνας είχε στρατηγική σημασία, καθώς θα παρείχε στον βενετικό στόλο έλεγχο της Αττικής και της ευρύτερης περιοχής Αθηνών.
Οι Οθωμανοί, αντιλαμβανόμενοι τη στρατιωτική πίεση, οχύρωνουν την Ακρόπολη, μετατρέπουν την σε φρούριο. Ο Παρθενώνας, μέχρι τότε σχεδόν άθικτος από την αρχαιότητα, είχε μετατραπεί σε αποθήκη πυρομαχικών. Εκεί, ανάμεσα στους δωρικούς κίονες και τα αιώνια γλυπτά, ήταν αποθηκευμένα περίπου 500 βαρέλια με μπαρούτι.
Η πολιορκία ξεκίνησε από τις 23 έως τις 26 Σεπτεμβρίου οι Βενετοί εγκαθιστούν πυροβολικό στον λόφο του Φιλοπάππου και σε άλλες στρατηγικές τοποθεσίες γύρω από την Ακρόπολη και αρχίζουν να κανονιοβολούν ασταμάτητα τον Ιερό βράχο της Ακρόπολης. Οι Οθωμανοί αντιστέκονταν σθεναρά, ενώ είχαν κλείσει μεγάλο αριθμό αμάχων χριστιανών εντός των τειχών της Ακρόπολης για προστασία. Οι βολές χτυπούσαν τα Προπύλαια, τα τείχη, ακόμα και τα σπίτια που είχαν χτιστεί πάνω στον ιερό χώρο.
Για 3 μέρες βομβαρδιζόταν η Ακρόπολη όπου η κρίσιμη και τραγική στιγμή ήρθε στις 26 Σεπτεμβρίου 1687, όταν μία βενετική οβίδα έπληξε τον Παρθενώνα, προκαλώντας τεράστια έκρηξη λόγω της αποθήκης πυρίτιδας στο εσωτερικό του ναού. Η έκρηξη ισοπέδωσε μεγάλο μέρος του κεντρικού κτηρίου, κατέστρεψε τους τοίχους, τις στέγες και μεγάλο αριθμό από τα γλυπτά και τα αγάλματα, που έως τότε είχαν διατηρηθεί σχεδόν άθικτα για πάνω από δύο χιλιετίες.
Εκατοντάδες Οθωμανοί στρατιώτες και άμαχοι σκοτώθηκαν. Μέσα σε μια στιγμή, το παγκόσμιο σύμβολο της κλασικής αρχαιότητας έγινε ερείπιο.
Δύο μέρες αργότερα, στις 28 Σεπτεμβρίου, οι Οθωμανοί παραδόθηκαν. Ο Μοροζίνι μπήκε θριαμβευτής στην Ακρόπολη. Μια «τυχαία βολή», όπως την αποκάλεσε ο ίδιος αργότερα προς την κυβέρνηση της Βενετίας, είχε ως αποτέλεσμα να ανατιναχτεί η τουρκική πυριτιδαποθήκη και μαζί της μεγάλο τμήμα του Παρθενώνα. Αυτόπτης μάρτυρας στην καταστροφή ήταν ο Σουηδός ναύαρχος Ότο Βίλχελμ Κένιγκσμαρκ, ακόλουθος του οποίου θα έγραφε λίγο αργότερο πως «η εξοχότητά του απογοητεύτηκε όταν είδε την καταστροφή αυτού του όμορφου ναού που έστεκε επί 3.000 χρόνια».
Ο Μοροζίνι παρασυρμένος από τη δόξα και την απληστία, προσπάθησε να αποσπάσει τα αγάλματα του δυτικού αετώματος. Μερικά από αυτά, όπως τα περίφημα «Άλογα της Αθηνάς», καθώς τα κατέβαζαν από ψηλά, τα αγάλματα έπεσαν στο έδαφος και θρυμματίστηκαν. Έτσι χάθηκαν για πάντα μερικά από τα ωραιότερα έργα της αρχαίας τέχνης.
Συνολικά ο Μοροζίνι πήρε όσα λιοντάρια βρήκε: ένα από την Ακρόπολη, ένα από την περιοχή του Θησείου και βέβαια τον γνωστό Λέοντα του Πειραιά εξαιτίας του οποίου το λιμάνι του Πειραιά είχε ονομασθεί Πόρτο Λεόνε. Οι λέοντες αυτοί μεταφέρθηκαν στη Βενετία και από τότε κοσμούν ως τρόπαια των νικητών τον ναύσταθμο της Δημοκρατίας, ενώ αντίγραφο του Λέοντα δεσπόζει στο λιμάνι του Πειραιά.
Παρά την καταστροφή, στη Βενετία ο Μοροζίνι ανακηρύχθηκε ήρωας. Το 1688 εκλέχτηκε Δόγης, η ανώτατη τιμή για έναν πολίτη της Δημοκρατίας.
Οι συμπατριώτες του τον τίμησαν, η Ιστορία όμως τον θυμάται αλλιώς: ως τον άνθρωπο που κατέστρεψε την Ακρόπολη.
Video – Photos: Michael Miller