Μια εικόνα σχεδόν σουρεαλιστική, μα τόσο αληθινή: ένας ηλικιωμένος άντρας, κοντά στα 70, με το σώμα του να μαρτυρά χρόνια δουλειάς, σέρνει αθόρυβα ένα καρότσι καθαρισμού σε ξενοδοχειακό διάδρομο. Δεν είναι επισκέπτης, ούτε κάποιος που βοηθά προσωρινά. Είναι εργαζόμενος — και συνταξιούχος. Ένα παράδοξο που δεν είναι πια η εξαίρεση, αλλά ο κανόνας.
Η σκηνή είναι γνώριμη, μα ταυτόχρονα παράδοξη.
Τις πρώτες πρωινές ώρες, λίγο πριν αρχίσει η τουριστική ροή στα παραθαλάσσια χωριά της Πελοποννήσου, ξεκινά και μια άλλη βάρδια. Εκείνη που δεν θα δούμε σε φυλλάδια διακοπών ή σε βίντεο προώθησης. Είναι η βάρδια των συνταξιούχων εργαζομένων, που στα 65, τα 70 ή και τα 75 τους επιστρέφουν στη δουλειά – όχι από νοσταλγία, αλλά από ανάγκη.
Το φαινόμενο, που αρχικά καταγραφόταν μόνο αποσπασματικά, έχει πλέον ευρεία παρουσία σε τουριστικές περιοχές όπως η Ερμιονίδα, το Ναύπλιο, η Καλαμάτα, η Κυπαρισσία, το Γύθειο, η Κυλλήνη και τα παραλιακά της Κορινθίας. Και δεν περιορίζεται στη «μαύρη» εργασία. Πολλοί εργάζονται νόμιμα, με εποχικές συμβάσεις, ένσημα και ασφάλιση – συχνά με πλήρες ωράριο.
Μαρτυρίες από την Αργολίδα: «Αλλιώς θα έπρεπε να ζητιανέψω»
Η Αργολίδα αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση. Σε μεγάλες μονάδες της Ερμιονίδας και του Τολού, αλλά και σε οικογενειακά καταλύματα στο Ναύπλιο, ηλικιωμένοι εργάζονται ως καθαρίστριες, συντηρητές, βοηθητικό προσωπικό και υποδοχή.
Ο κύριος Παναγιώτης, 68 ετών, από το Άργος, εργάζεται για τρίτο καλοκαίρι σε ξενοδοχειακή μονάδα.
«Έχω σύμβαση, όλα κανονικά. Αλλά δεν το κάνω επειδή μπορώ. Το κάνω επειδή δεν μπορώ αλλιώς. Αν σταματήσω, δεν βγαίνει το φθινόπωρο».
Η κυρία Ελένη, 66 ετών, πρώην καθαρίστρια του Δημοσίου, δουλεύει πλέον με τρίμηνη εποχική σύμβαση σε τουριστικό κατάλυμα στην παλιά πόλη του Ναυπλίου.
«Μου κάνουν σύμβαση, πληρώνομαι στην ώρα μου. Δεν είμαι μαύρη. Όμως δουλεύω πάλι οκτώ ώρες, με δύο αλλαγές σεντόνια σε κάθε δωμάτιο. Δεν είναι εύκολο στα 66».
Το φαινόμενο επεκτείνεται σε όλη την Πελοπόννησο
Στη Μεσσηνία, ξενοδοχεία στην Καλαμάτα και τη Φοινικούντα απασχολούν ηλικιωμένους στη ρεσεψιόν, στις κουζίνες ή ως βοηθητικό προσωπικό. Στη Μάνη, πρώην οικοδόμοι και τεχνίτες εργάζονται σε συντηρήσεις μικρών ξενώνων.
«Στη ρεσεψιόν έχω έναν κύριο 70 χρονών. Μιλάει γαλλικά, αγγλικά και ιταλικά. Είχε δουλέψει σε ταξιδιωτικό γραφείο. Μου είναι πολύτιμος», αναφέρει ξενοδόχος από την Μεσσηνία.
Στην Ηλεία, συνταξιούχοι εργάζονται σε λάντζες εστιατορίων, βοηθητικές κουζίνες και γραφεία τουρισμού. Στην Κορινθία, ειδικά στα παράλια της Συκιάς και του Ξυλοκάστρου, πρώην δημόσιοι υπάλληλοι εργάζονται νόμιμα σε τουριστικές επιχειρήσεις συγγενών ή φίλων.
«Στην περιοχή μας, ο παππούς δεν μένει σπίτι. Πολλοί συνταξιούχοι συμπληρώνουν το εισόδημα με δουλειές του καλοκαιριού. Άλλοι βοηθούν άτυπα, άλλοι με κανονική πρόσληψη», λέει επαγγελματίας από το Λουτράκι.
Η συζήτηση γύρω από το φαινόμενο συχνά εστιάζει στη «μαύρη» εργασία. Όμως αυτό είναι μόνο ένα μέρος της αλήθειας. Υπάρχουν εκατοντάδες περιπτώσεις συνταξιούχων που εργάζονται νόμιμα, με συμβάσεις.
Το κίνητρο παραμένει κοινό: η σύνταξη δεν επαρκεί
«Η γυναίκα μου παίρνει 430 ευρώ και εγώ 690. Δεν έχουμε άλλα εισοδήματα. Με δύο μήνες δουλειάς το καλοκαίρι, συμπληρώνουμε όσα χρειάζονται για φάρμακα, σούπερ μάρκετ και λίγο πετρέλαιο για το χειμώνα», λέει 73χρονος από την Κυπαρισσία, που εργάζεται με δίμηνη σύμβαση σε μικρό ξενοδοχείο.
Οι λόγοι για τους οποίους επιλέγονται ηλικιωμένοι εργαζόμενοι δεν είναι μόνο οικονομικοί. Όπως εξηγούν εργοδότες:
- Έχουν πειθαρχία και επαγγελματισμό
- Δεν φεύγουν συχνά από τη δουλειά
- Δεν κάνουν «παζάρια» στους μισθούς
- Προσαρμόζονται σε δυσκολίες και λύσεις
- Δεν αλλάζουν εύκολα επιχείρηση
«Είχα προσλάβει έναν 67χρονο συνταξιούχο για να κάνει μικροεργασίες. Μου κάλυψε τρία πόστα όταν άλλοι παραιτήθηκαν», λέει ιδιοκτήτης τουριστικού καταλύματος στην Ερμιονίδα.
Το κυρίαρχο μοτίβο σε όλες τις μαρτυρίες είναι η ανάγκη για αξιοπρέπεια. Όχι πολυτέλειες. Όχι ταξίδια. Όχι έξοδα. Μόνο μια ζωή που να μπορεί να διατηρηθεί χωρίς δανεικά και χωρίς ντροπή.
Οι περισσότεροι εργάζονται το καλοκαίρι για να καλύψουν χειμερινά έξοδα. Πολλοί βοηθούν παιδιά ή εγγόνια. Άλλοι απλώς επιδιώκουν να μη χρωστούν.
Η Πελοπόννησος στηρίζει όλο και περισσότερο την τουριστική της λειτουργία σε ευέλικτη, χαμηλόμισθη, ηλικιωμένη εργασία. Το ερώτημα δεν είναι αν οι συνταξιούχοι μπορούν να προσφέρουν – προφανώς και μπορούν. Το ζήτημα είναι αν θα έπρεπε να χρειάζεται να το κάνουν για να επιβιώσουν.
Οι αριθμοί μιλούν για πληρότητες, διανυκτερεύσεις, τουριστικά έσοδα. Όμως πίσω από τις φωτογραφίες παραλιών και τα ηλιοβασιλέματα, υπάρχει ένας κόσμος που δουλεύει σιωπηλά, χωρίς ρεπό, χωρίς φωνή. Και μέρος αυτού του κόσμου είναι οι συνταξιούχοι της Πελοποννήσου.
ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΤΗΣ ΕΝΤΥΠΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ