Η τελευταία έκθεση του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας (IOC) για τον Νοέμβριο αποτυπώνει μια διπλή εικόνα για τον ελληνικό ελαιοκομικό τομέα: από τη μία πλευρά η Ελλάδα εξακολουθεί να διατηρεί ισχυρή θέση στις διεθνείς εξαγωγές, από την άλλη όμως η αγορά ελαιολάδου και επιτραπέζιας ελιάς δέχεται έντονες πιέσεις, με τις τιμές παραγωγού να κινούνται σε βαθιά αρνητικό έδαφος.
Κατρακύλα των τιμών παραγωγού σε Ελλάδα, Ισπανία και Ιταλία
Το συνημμένο γράφημα παρουσιάζει τις μεταβολές στις τιμές παραγωγού από το 2012 έως τον Νοέμβριο του 2025 σε Χανιά (Ελλάδα), Μπάρι (Ιταλία) και Χαέν (Ισπανία).
Βασικά συμπεράσματα από τα στοιχεία:
- Στα Χανιά, η τιμή του εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου την πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου έπεσε στα 4,40 €/κιλό, καταγράφοντας πτώση 29% σε σχέση με πέρυσι.
- Στο Χαέν της Ισπανίας οι τιμές κατρακύλησαν ακόμη περισσότερο, μειωμένες κατά 36%, στα 4,39 €/κιλό.
- Στο Μπάρι της Ιταλίας η πτώση ήταν πιο ήπια, -16%, με τις τιμές να διατηρούνται αρκετά υψηλότερα, στα 7,5 €/κιλό.
Η οπτική σύγκριση της δεκαετίας δείχνει ότι μετά την ιστορική άνοδο των τιμών το 2023–2024, οι αγορές επιστρέφουν σε επίπεδα προ κρίσης, με την Ισπανία να εμφανίζει τη μεγαλύτερη μεταβλητότητα. Σύμφωνα με το IOC, σε εβδομαδιαία βάση σημειώθηκε μικρή ανάκαμψη +5,4% στην Ισπανία, ενώ στην Ιταλία καταγράφηκε πτώση. Για την Ελλάδα δεν υπήρξε διαθέσιμο νεότερο εβδομαδιαίο στοιχείο.
Πού πουλάει ελαιόλαδο η Ελλάδα
Τον Σεπτέμβριο του 2025, η μοναδιαία αξία των εξαγωγών της ΕΕ προς τρίτες χώρες έφτασε τα 526 €/100 κιλά, καταγράφοντας μεγάλη ετήσια μείωση 40,3%.
Για το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο, η τιμή ήταν υψηλότερη, στα 580 €/100 κιλά.
Ο συνολικός όγκος εξαγωγών ανήλθε σε 163.000 τόνους, εκ των οποίων το 67,3% ήταν εξαιρετικά παρθένο.
Στις μεγάλες αγορές εισαγωγών (Αυστραλία, Βραζιλία, Καναδάς, ΗΠΑ, Κίνα) οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 11% σε σχέση με το 2023/2024.
Οι κύριοι προμηθευτές ήταν:
- Ισπανία 29,4%.
- Τυνησία 27,9%.
- Ιταλία 21,2%.
Η Ελλάδα, αν και μόλις στο 2,2%, κατέγραψε εντυπωσιακή άνοδο 43,7%, τη μεγαλύτερη μεταξύ όλων των χωρών.
Μείωση κατανάλωσης ελαιολάδου στην Ευρώπη
Ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (HICP) για το ελαιόλαδο στην ΕΕ-27 μειώθηκε τον Σεπτέμβριο κατά 28,1%.
Στην Ελλάδα η μείωση ήταν 17,6%, επιβεβαιώνοντας τη σταδιακή ομαλοποίηση των τιμών λιανικής.
Πίεση και στις επιτραπέζιες ελιές
Η νέα ελαιοκομική περίοδος 2024/2025 δείχνει κάμψη στις διεθνείς εισαγωγές επιτραπέζιας ελιάς κατά 11%. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ο Καναδάς, όπου σημειώθηκε άνοδος, ιδιαίτερα σημαντική για την Ελλάδα, καθώς αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά μετά τις ΗΠΑ.
Οι εισαγωγές εκτός ΕΕ ξεπέρασαν τους 112.000 τόνους, αξίας 311 εκατ. ευρώ.
Εντός ΕΕ, αντίθετα, η Ελλάδα υστερεί σε μερίδιο έναντι Μαρόκου, Τουρκίας, Αιγύπτου και Αλβανίας.
Δασμοί Τραμπ: Η μεγαλύτερη απειλή για ελαιόλαδο και ελιές
Παρά τη διεθνή δυναμική των ελληνικών προϊόντων, οι δασμοί που επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζουν να προκαλούν σοβαρές απώλειες.
Επιτραπέζια ελιά
- Εξαγωγές στις ΗΠΑ το 2024: 214,1 εκατ. ευρώ
- Το 2023 ήταν 154,5 εκατ. → +59,6 εκατ. ευρώ
- Ωστόσο, το διάστημα Απριλίου–Σεπτεμβρίου 2025 σημειώθηκε πτώση σε 106 εκατ. ευρώ, από 109,9 εκατ. ευρώ πέρυσι.
Οι δασμοί έχουν αυξήσει την τελική τιμή στις ΗΠΑ πάνω από 25%, περιορίζοντας την κατανάλωση και ενισχύοντας ανταγωνιστές τρίτων χωρών.
Ελαιόλαδο
Οι εξαγωγές εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου προς ΗΠΑ:
- 2023: 69,9 εκατ. ευρώ
- 2024: 68 εκατ. ευρώ
- Απρίλιος–Σεπτέμβριος 2025: 31,1 εκατ. ευρώ, από 33,6 εκατ. → -2,5 εκατ. ευρώ
Αν και οι ΗΠΑ αποτελούν μόλις 3% των εξαγωγών, η αγορά έχει στρατηγική σημασία, παρουσιάζοντας σταθερή άνοδο από το 2010.
Τα συμπεράσματα από την έκθεση του IOC
Η εικόνα που προκύπτει από την έκθεση του IOC και τα στοιχεία των τιμών παραγωγού είναι ξεκάθαρη:
Ο κλάδος βρίσκεται σε πίεση τιμών, μείωση ζήτησης και εξαγωγικές προκλήσεις, ενώ οι δασμοί στις ΗΠΑ δημιουργούν επιπλέον εμπόδια για δύο από τα πιο εμβληματικά ελληνικά αγροτικά προϊόντα – το ελαιόλαδο και τις επιτραπέζιες ελιές.
Παράλληλα, η θεαματική αύξηση του ελληνικού μεριδίου στις μεγάλες αγορές δείχνει ότι ο κλάδος παραμένει ανταγωνιστικός, αρκεί να αντιμετωπιστούν οι εξωγενείς πιέσεις.









