Το Ναύπλιο βρίσκεται αντιμέτωπο με μια στιγμή αλήθειας. Η απώλεια της πλειοψηφίας στο Δημοτικό Συμβούλιο, οι διαδοχικές ανεξαρτητοποιήσεις και η μη απαρτία που οδήγησε σε αναβολή της τελευταίας συνεδρίασης είναι γεγονότα που δεν μπορούν να υποτιμηθούν.
του Άκη Γκάτζιου
Αποκαλύπτουν όχι μόνο την εύθραυστη ισορροπία της σημερινής πλειοψηφίας, αλλά και το πόσο ευάλωτο είναι το σύστημα διακυβέρνησης του δήμου όταν λείπει η πολιτική συνεννόηση.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η δήλωση του Γιώργου Φραγκιουδάκη δεν είναι μια τυπική τοποθέτηση. Είναι μια παρέμβαση με θεσμικό βάρος, σχεδόν μανιφέστο, που έρχεται να καλύψει το κενό δημόσιου λόγου. «Ο πολίτης δεν περιμένει να μας δει πολιτικά ή παραταξιακά διχασμένους, αλλά ενωμένους σε έναν στόχο: το καλό του Δήμου», σημειώνει, καλώντας όλους τους 28 συμβούλους να πορευτούν από κοινού, να αφήσουν πίσω τη μικροπολιτική και να κριθούν από το έργο που θα παραδώσουν:
«…απευθύνω κάλεσμα και στους 28 δημοτικούς συμβούλους όλων των παρατάξεων, να προσπαθήσουμε να στεκόμαστε όλοι μας στο ύψος των περιστάσεων, αντιλαμβανόμενοι την μεγάλη ευθύνη που έχουμε απέναντι στους δημότες. Είτε ανήκουμε στη Δημοτική Αρχή – είτε στην αντιπολίτευση, μοιραζόμαστε όλοι την κοινή υποχρέωση να υπηρετούμε τον δημότη. Ο πολίτης δεν περιμένει να μας δει πολιτικά ή παραταξιακά διχασμένους, αλλά ενωμένους σε έναν στόχο: το καλό του Δήμου. Αυτός είναι ο δρόμος της υπευθυνότητας. Αυτόν τον δρόμο πρέπει να τον βαδίσουμε όλοι μαζί, με αφοσίωση και προσήλωση. Να βάλουμε στην άκρη την μικροπολιτική, που θυμίζει ξεπερασμένες εποχές παραταξιακής πόλωσης και να σταθούμε όλοι ως σύγχρονοι αιρετοί στο ύψος της θεσμικής μας ευθύνης”
Η χρονική συγκυρία είναι καθοριστική. Με τον δήμαρχο Δημήτρη Ορφανό να σιωπά και τη δημοτική αρχή να δείχνει αμήχανη, η φωνή Φραγκιουδάκη έρχεται σαν να θέλει να χαράξει νέα γραμμή πλεύσης. Είναι, λοιπόν, μια αρχηγική εμφάνιση, μια προσπάθεια να εκφράσει τον ρόλο ενός υπεύθυνου καταλύτη εξελίξεων; Ή απλώς η φωνή ενός συμβούλου που προσπαθεί να διασώσει την αξιοπιστία του θεσμού σε δύσκολες ώρες;
Το ερώτημα δεν είναι ακαδημαϊκό. Σε μια πόλη που αναζητά σταθερότητα, ο δημόσιος λόγος δεν είναι ποτέ ουδέτερος. Μια τέτοια δήλωση θα μπορούσε να λειτουργήσει ως προτροπή για συνεννόηση, αλλά και ως σινιάλο για τη δημιουργία μιας νέας, ευρύτερης πλειοψηφίας συνεργασίας. Σε ιδανικές συνθήκες ίσως να μπορούσε να ενώσει, αλλά και να αναδιατάξει το πολιτικό σκηνικό, αναδεικνύοντας νέους πρωταγωνιστές και περιθωριοποιώντας όσους μένουν αμέτοχοι.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μπροστά βρίσκονται κρίσιμα ζητήματα:
- Μεγάλα έργα υποδομής που απαιτούν σταθερές αποφάσεις και πολιτική συνέχεια.
- Διαχείριση πόρων (ΕΣΠΑ, χρηματοδοτήσεις) που κινδυνεύει αν οι διαδικασίες καθυστερήσουν.
- Καθημερινότητα των πολιτών, που πλήττεται άμεσα όταν το δημοτικό συμβούλιο δεν συνεδριάζει ή δεν αποφασίζει.
Η παράταση αυτής της κατάστασης μπορεί να έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις: καθυστερήσεις σε διαγωνισμούς, απώλεια κονδυλίων, αδράνεια σε κρίσιμα ζητήματα όπως καθαριότητα, κυκλοφοριακό και τουριστική πολιτική. Ουσιαστικά, η πόλη κινδυνεύει να μπει σε μια παρατεταμένη “παράλυση” εάν δεν βρεθεί άμεσα πολιτική λύση.
Από την άλλη πλευρά, τέτοιες κρίσεις είναι και ευκαιρίες. Μπορούν να οδηγήσουν σε ωριμότερες συμμαχίες, να σπάσουν παραταξιακά στεγανά και να δημιουργήσουν ένα νέο πλαίσιο συναίνεσης.
Το στοίχημα, είναι μεγάλο: ποιος θα πάρει την πρωτοβουλία; Ο δήμαρχος θα επιλέξει να ανακτήσει τον έλεγχο και να παρουσιάσει πειστικό σχέδιο; Η αντιπολίτευση, που μέχρι τώρα ασκεί πίεση, θα δείξει διάθεση συνεργασίας για το καλό του τόπου; Και οι ανεξάρτητοι σύμβουλοι, που πλέον κρατούν τις ισορροπίες στα χέρια τους, θα συμβάλουν σε λύση ή θα επιδιώξουν να κεφαλαιοποιήσουν την κρίση;
Ο δημότης παρακολουθεί και κρίνει. Δεν τον ενδιαφέρει ποιος θα κερδίσει στον εσωτερικό συσχετισμό δυνάμεων, αλλά αν η πόλη του θα πάει μπροστά ή θα μείνει στάσιμη. Αν δημιουργηθεί μια νέα πλειοψηφία συνεννόησης, τότε μπορεί να αποτελέσει το σημείο καμπής που θα βγάλει τον δήμο από την κρίση.
Η ιστορία θα δείξει ποιοι είναι ικανοί να λειτουργήσουν ως ηγέτες και ποιοι εγκλωβίζονται σε μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Και η ιστορία θα γράψει όχι ποιος κέρδισε τον καβγά, αλλά ποιος άφησε το Ναύπλιο καλύτερο από ό,τι το βρήκε.