Μέσα από τους αμμόλοφους της Αιγύπτου, όπου η ιστορία αναμειγνύεται με τη μυθολογία και ο χρόνος σμιλεύει τα μνημεία, αναδύεται η μορφή της Χατσεψούτ.
Της Ιωάννας Ιωαννίδη
Η «Πρώτη Ανάμεσα στις Ευγενείς» δεν υπήρξε μόνο κόρη ενός Φαραώ, αλλά έγινε η ίδια Φαραώ, σε μια εποχή όπου οι γυναίκες περιορίζονταν στους ρόλους των μητέρων και των συζύγων. Η Χατσεψούτ έσπασε τα δεσμά του συμβατικού, υψώθηκε ως μια θεότητα ενσαρκωμένη και κληροδότησε την αιωνιότητα με την παρουσία της.

Η Χατσεψούτ γεννήθηκε γύρω στο 1507 π.Χ., στη βασιλική αυλή της Θήβας, υπό τον γαλάζιο αιγυπτιακό ουρανό. Ήταν κόρη του Φαραώ Τούθμωσι Α’, ενός ισχυρού ηγέτη που είχε διευρύνει τα σύνορα της Αιγύπτου, και της Βασίλισσας Αχμόζε, μιας γυναίκας με αίμα ευγενές και καρδιά γεμάτη φιλοδοξίες. Από νεαρή ηλικία, η Χατσεψούτ εκπαιδεύτηκε στους κώδικες της εξουσίας, τη θρησκευτική τελετουργία και τη διοίκηση του βασιλείου. Ωστόσο, η μοίρα δεν ήταν τόσο ευνοϊκή για την κόρη του βασιλιά. Ο θρόνος πέρασε στον ετεροθαλή αδελφό της, τον Τούθμωσι Β’, με τον οποίο αναγκάστηκε να παντρευτεί, σύμφωνα με τη βασιλική παράδοση που διασφάλιζε τη διατήρηση της θεϊκής καταγωγής της δυναστείας. Παρά τη συμβατική τους ένωση, η Χατσεψούτ έμεινε στη σκιά, έως ότου ο θάνατος του Τούθμωσι Β’ άλλαξε το πεπρωμένο της.
Ο διάδοχος του θρόνου, ο Τούθμωσις Γ’, ήταν ένα παιδί όταν ο πατέρας του πέθανε. Ως αποτέλεσμα, η Χατσεψούτ ανέλαβε την αντιβασιλεία, έναν ρόλο που σταδιακά μετέτρεψε σε απόλυτη εξουσία. Με το πέρασμα του χρόνου, η αντιβασίλισσα δεν έμεινε απλώς πίσω από τα παραβάν της εξουσίας: ανακήρυξε τον εαυτό της Φαραώ, ενσαρκώνοντας το θεϊκό πρότυπο της Μαάτ – της κοσμικής αρμονίας και δικαιοσύνης.

Σε μια τολμηρή συμβολική πράξη, η Χατσεψούτ εμφανιζόταν δημόσια φορώντας το ψεύτικο βασιλικό γένι, ένα έμβλημα ανδροπρέπειας, και απεικονιζόταν ως ανδρική φιγούρα στις επίσημες αναπαραστάσεις. Αυτό δεν ήταν μια άρνηση της θηλυκότητάς της, αλλά μια σκόπιμη σύντηξη του ανδρικού και του θηλυκού, που έδειχνε ότι η εξουσία ξεπερνά τους περιορισμούς του φύλου.
Η βασιλεία της Χατσεψούτ – που διήρκεσε περίπου δύο δεκαετίες, από το 1479 π.Χ. έως το 1458 π.Χ. – χαρακτηρίστηκε από ειρήνη, σταθερότητα και οικονομική άνθηση. Αντί για αιματηρές κατακτήσεις, προτίμησε να εδραιώσει την αυτοκρατορία της μέσα από εμπορικές συμμαχίες και εντυπωσιακά οικοδομικά έργα. Η εμπορική αποστολή στη μυθική Γη του Πουντ – ένα εξωτικό βασίλειο, πιθανώς στη σημερινή Σομαλία – αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά επιτεύγματά της. Οι στόλοι της επέστρεψαν φορτωμένοι με λιβάνι, σμύρνα, χρυσό και ελεφαντόδοντο, θησαυρούς που ενίσχυσαν τη λαμπρότητα της Αιγύπτου. Η εκστρατεία αυτή καταγράφηκε με λεπτομέρειες στον μεγαλοπρεπή ναό της στο Ντέιρ ελ-Μπαχάρι, όπου οι τοιχογραφίες αποτυπώνουν καμήλες, πλοία και τους καρπούς της Γης του Πουντ.
Στην αρχιτεκτονική, η Χατσεψούτ έδωσε ζωή σε έργα που άντεξαν στον χρόνο. Ο ναός της στο Ντέιρ ελ-Μπαχάρι, ένας από τους πιο φιλόδοξους και καλαίσθητους ναούς της Αιγύπτου, αναδύεται από τους βράχους σαν γέφυρα ανάμεσα στη γη και τον ουρανό. Οι τρεις ταράτσες του, που συνδέονται με ράμπες, διακοσμούνται με ανάγλυφα που αφηγούνται τα επιτεύγματά της, δημιουργώντας ένα διαχρονικό μνημείο της θεϊκής της αποστολής. Η Χατσεψούτ πέθανε γύρω στα 50 της χρόνια, πιθανώς από καρκίνο ή διαβήτη, σύμφωνα με σύγχρονες ιατροδικαστικές αναλύσεις της μούμιας που θεωρείται δική της. Ετάφη με τιμές στην Κοιλάδα των Βασιλέων, δίπλα στον αγαπημένο της πατέρα. Όμως, το όνομά της δεν έμελλε να διατηρηθεί αλώβητο από τον χρόνο.
Ο διάδοχός της, Τούθμωσις Γ’, επιδόθηκε σε μια συστηματική εκστρατεία για να διαγράψει τη μνήμη της. Τα αγάλματά της καταστράφηκαν, τα ονόματά της σβήστηκαν από τους επίσημους καταλόγους και οι απεικονίσεις της παραποιήθηκαν. Οι αιτίες αυτής της εχθρότητας παραμένουν ασαφείς. Ήταν άραγε μια απόπειρα να εδραιώσει ο ίδιος την εξουσία του ή μια κίνηση για να αποτρέψει άλλες γυναίκες από το να διεκδικήσουν τον θρόνο;!
Χρειάστηκαν σχεδόν 3.000 χρόνια για να αναδυθεί ξανά η ιστορία της Χατσεψούτ. Τον 19ο αιώνα, οι αρχαιολόγοι που μελετούσαν τις επιγραφές της ανακάλυψαν μια παράδοξη φιγούρα: μια γυναίκα που είχε παρουσιαστεί ως άνδρας και είχε κυβερνήσει ως Φαραώ. Σταδιακά, οι λεπτομέρειες της ζωής και του έργου της ήρθαν στο φως, αποκαθιστώντας τη θέση της στο πάνθεο των αιγυπτιακών ηγετών.
Η Χατσεψούτ είναι σήμερα ένα διαχρονικό σύμβολο δύναμης, διορατικότητας και πρωτοπορίας. Με τα έργα της, απέδειξε ότι η ηγεσία δεν γνωρίζει φύλο, αλλά απαιτεί όραμα, θάρρος και αποφασιστικότητα. Στην πατριαρχική κοινωνία της αρχαίας Αιγύπτου, αναδύθηκε ως μια ηλιαχτίδα ισότητας και καινοτομίας. Η μορφή της, σμιλευμένη στους λίθους της ιστορίας, θυμίζει στον κόσμο ότι η δύναμη της ανθρώπινης θέλησης μπορεί να ξεπεράσει κάθε περιορισμό. Η Χατσεψούτ, η βασίλισσα που έγινε Φαραώ, παραμένει αιώνια, όπως και η χώρα της, στην οποία άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά της.