Κάνθαρος: Το ξεχασμένο Νοσοκομείο «Ευλογιόντων» και η ιστορία του

Το ξεχασμένο λεπροκομείο της Αγίας Βαρβάρας (Βίντεο).
Κάνθαρος

Το Γενικό Νοσοκομείο Δυτικής Αττικής «Η Αγία Βαρβάρα» λειτούργησε για πρώτη φορά το 1903 ως Νοσηλευτικό ίδρυμα, με την ονομασία «Κάνθαρος». Υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα νοσηλευτικά ιδρύματα της Αττικής και για δεκαετίες ως χώρος για τη φροντίδα ανθρώπων που έπασχαν από λέπρα σε μια εποχή που η νόσος προκαλούσε φόβο, κοινωνικό αποκλεισμό και βαθύ στίγμα. Το 1906 μετονομάστηκε σε Νοσοκομείο «Ευλογιόντων», λόγω των πολλών ασθενών με ευλογιά, που νοσηλευτήκαν εκεί.

Από το 1930, άρχισαν να μεταφέρονται οι πρώτοι λεπροί ασθενείς από την Σπιναλόγκα Κρήτης, σε ειδικά διαμορφωμένους και σχετικά απομακρυσμένους χώρους του ιδρύματος. Όταν η Σπιναλόγκα έκλεισε οριστικά, δημιουργήθηκαν πέριξ του νοσοκομείου, το Αναρρωτήριο και μερικές κατοικίες για τους ασθενείς.

Το ίδρυμα δημιουργήθηκε με στόχο να φιλοξενήσει και να φροντίσει τους πάσχοντες, προσφέροντάς τους καταφύγιο, στέγη, φροντίδα και ιατρική υποστήριξη, σε μια εποχή που οι επιλογές θεραπείας ήταν ελάχιστες. Με την ονομασία Κάνθαρος το Λεπροκομείο δεν ήταν απλώς ένα νοσηλευτικό ίδρυμα ήταν ένας μικρός κόσμος, αποκλεισμένος από τον υπόλοιπη κοινωνία. Σήμερα, δεκαετίες μετά, οι τοίχοι στέκουν ακόμη μισογκρεμισμένοι, μα όχι σιωπηλοί. Κάθε ρωγμή και μια ιστορία, κάθε σκιά και μια ανάμνηση.

Τα λεπροκομεία λειτούργησαν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και του κόσμου, ιδιαίτερα από τον Μεσαίωνα μέχρι και τον 20ό αιώνα. Εκεί, οι ασθενείς ζούσαν απομονωμένοι, μακριά από τις οικογένειές τους και την υπόλοιπη κοινωνία. Παρά τις δύσκολες συνθήκες, τα λεπροκομεία προσπαθούσαν να παρέχουν ιατρική φροντίδα, στέγη και τροφή στους ασθενείς.

Ο Γκέρχαρντ Χένρικ Αρμάουερ Χάνσεν ήταν Νορβηγός ιατρός, που έμεινε στη συλλογική μνήμη της ανθρωπότητας για την ταυτοποίηση το 1873 του βακτηρίου Mycobacterium leprae ως αίτιο της Λέπρας. Στα αγγλικά η νόσος λέγεται leprosy και ετυμολογικά η λέξη έχει ελληνική προέλευση από το λέπος = φλούδα, λέπι, λεπερός – ο έχων λέπια, φλούδες- λεπρός.

Στην Ελλάδα, ένα από τα πιο γνωστά λεπροκομεία λειτούργησε στη Σπιναλόγκα, ένα μικρό νησί απέναντι από την Ελούντα στην Κρήτη , το οποίο μετατράπηκε σε αποικία λεπρών στις αρχές του 20ού αιώνα.

Ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης από μικρή ηλικία στιγματίστηκε από την νόσο , τότε τα σημάδια δεν ήταν ορατά. Όσο περνούσε ο καιρός η ασθένεια δεν του χαρίστηκε και άρχισε να τον σημαδεύει στο πρόσωπο του. Το 1931 για να ξεφύγει από τις αρχές το σκάει στην Αθήνα , δίνει εξετάσεις και περνάει στην Νομική σχολή ,μέχρι το 1936 συνέχιζε να ζει κανονικά σαν τριτοετής φοιτητής. Τότε η αρρώστια του είχε προχωρήσει και πλέον δεν μπορούσε να κρυφτεί. Η αιφνίδια σύλληψη του διέκοψε την πορεία των σπουδών του.

Στην αρχή των μεταφέρουν στον νοσοκομείο λοιμωδών στην Αγία Βαρβάρα και λίγους μήνες αργότερα στις 11 Μαρτίου 1936 μεταφέρεται στην Σπιναλόγκα. Τότε ιδρύεται το σωματείο «Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας, Άγιος Παντελεήμων», το πρώτο στον ελλαδικό χώρο, που στόχο είχε να βελτιώσει την καθημερινότητα των ασθενών. Οι συνθήκες ήταν τριτοκοσμικές , χωρίς ρεύμα, νερό και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Το πρώτο που έκανε ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης ήταν να βρεθεί ασβέστης για να γίνει απολύμανση όλων των κοινόχρηστων χωρών. Έπειτα έφτασε και το ρεύμα για να φωτίζονται οι δρόμοι την νύχτα , το νησί από εκείνη την μέρα άλλαξε προς το καλύτερο.

Μετά το κλείσιμο του Λεπροκομείου, ο Ρεμουντάκης και η γυναίκα του Τασία μεταφέρονται στον Αντιλεπρικό Σταθμό της Αγίας Βαρβάρας Αττικής. Εκεί συνεχίζει την αγωνιστική του δράση προσπαθώντας να ευαισθητοποιήσει σχετικά με τα ζητήματα των λεπρών και του στίγματος που προκαλεί η ασθένεια. Εκεί υπαγορεύει την αυτοβιογραφία του, καθώς έχει χάσει την όρασή του, που εκδίδεται μετά θάνατον με τον τίτλο «Αητός χωρίς φτερά».

Δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε τον πατερ Χρύσανθο Κουτσουλογιαννάκη όπου για 10 χρόνια ήταν η παρηγοριά των λεπρών στην Σπιναλόγκα. Ευλογούσε και κοινωνούσε τους αρρώστους απλώνοντας το χέρι και λαμβάνοντας θεία κοινωνία από το ίδιο κουτάλι χωρίς να φοβηθεί την ασθένεια και τις συνέπειες της, αφού δεν κόλησε την αρρώστια έμεινε στην μνήμη μας σαν αθόρυβος ήρωας που αγκάλιασε με αγάπη όλους τους ασθενείς στην Σπιναλόγκα.

Για πολλούς αιώνες, οι άνθρωποι που μολύνονταν από τη λέπρα θεωρούνταν επικίνδυνοι και αποκλείονταν από την κοινωνία, όχι μόνο για λόγους υγείας αλλά και εξαιτίας του φόβου και της άγνοιας γύρω από τη νόσο. Εδώ κάποτε βρέθηκαν εκείνοι που η κοινωνία δεν ήθελε να βλέπει, άνθρωποι που έφεραν πάνω τους το βάρος μιας λέξης όχι μόνο ως ασθένεια, αλλά ως καταδίκη. Τους έκλεισαν εδώ, σ’ έναν χώρο όπου η αρρώστια μπλέκονταν με τη μοναξιά, κι ο φόβος με την προσευχή.

Βίντεο: Michael Miller

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

newsletter banner anagnostis