Πέντε από τους συνολικά 24 κατηγορούμενους που απολογήθηκαν την Τρίτη 18 Νοεμβρίου για συμμετοχή σε ένα από τα μεγαλύτερα κυκλώματα τηλεφωνικών απατών στη χώρα οδηγήθηκαν στη φυλακή, μετά τις πολύωρες απολογίες τους στα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων. Ανάμεσά τους βρίσκεται και ο φερόμενος ως «εγκέφαλος» της οργάνωσης, η οποία με τηλεφωνικό κέντρο το Ζευγολατιό Κορινθίας φέρεται να έχει αποσπάσει εκατομμύρια ευρώ από ανυποψίαστους πολίτες σε όλη την Ελλάδα.
Οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι που απολογήθηκαν αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους, ενώ την Τετάρτη 19 Νοεμβρίου αναμένεται να παρουσιαστούν ενώπιον των ανακριτικών αρχών τα τελευταία 20 μέλη του κυκλώματος, μεταξύ των οποίων και μία πρώην Ολυμπιονίκης που φέρεται να είχε περιφερειακό ρόλο.
Το οργανωμένο κύκλωμα των «τηλεφωνικών απατεώνων»
Σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, συνολικά 44 άτομα συνελήφθησαν με κατηγορίες που περιλαμβάνουν εγκληματική οργάνωση, απάτη, απάτη μέσω υπολογιστή, πλαστογραφία, διακεκριμένες κλοπές και ξέπλυμα χρήματος. Η δράση τους είχε εξαπλωθεί σε ολόκληρη την επικράτεια, με τη μέθοδο των τηλεφωνικών εξαπατήσεων να αποτελεί το βασικό εργαλείο τους.
Τα μέλη της σπείρας εμφανίζονταν ως υπάλληλοι του ΔΕΔΔΗΕ, ως λογιστές ή ακόμα και ως δημόσιοι λειτουργοί, πείθοντας τα θύματά τους ότι δικαιούνται επιστροφές χρημάτων, επιδοτήσεις ή δήθεν εκκρεμείς πληρωμές. Αφού κέρδιζαν την εμπιστοσύνη τους, τα καθοδηγούσαν να μεταφέρουν χρηματικά ποσά σε λογαριασμούς-«βιτρίνα» της οργάνωσης ή αποσπούσαν τραπεζικούς κωδικούς και άυλα μέσα πληρωμής.
Το «αρχηγείο» στο Ζευγολατιό και τα δορυφορικά κέντρα
Η έρευνα αποκάλυψε ότι το βασικό τηλεφωνικό κέντρο λειτουργούσε σε οικισμό στο Ζευγολατιό Κορινθίας, το οποίο λόγω της γεωγραφικής του θέσης επέτρεπε γρήγορη διαφυγή και εύκολη απόκρυψη χρημάτων και κλοπιμαίων. Εκεί εργάζονταν οι πιο έμπιστοι τηλεφωνητές, άριστοι γνώστες ηλεκτρονικών συσκευών και διαδικτυακών συναλλαγών.
Παράλληλα, είχαν δημιουργηθεί επιχειρησιακοί πυρήνες σε Αγία Βαρβάρα, Αχαρνές, Άνω Λιόσια, Ζεφύρι και άλλες περιοχές της Αττικής, ώστε να αποπροσανατολίζονται οι αρχές και να μην εντοπίζονται τα αρχηγικά μέλη.
Οι εισπράκτορες της οργάνωσης -πολλοί από αυτούς άτομα με συγγενικούς ή φιλικούς δεσμούς με τα ανώτερα μέλη- ταξίδευαν σε όλη τη χώρα για να παραλαμβάνουν χρήματα και κοσμήματα από τα θύματα.
Πολυεπίπεδη δομή – επαγγελματική μεθοδολογία
Η σπείρα λειτουργούσε με σαφή ιεραρχία, από τον διευθύνοντα και τους βοηθούς του, έως τους τηλεφωνητές, τους στρατολογητές τραπεζικών δεδομένων, τους εισπράκτορες και τα «money mules». Μόνο οι τελευταίοι διέθεταν τις κάρτες και τα στοιχεία πρόσβασης στους τραπεζικούς λογαριασμούς, τα οποία πωλούσαν στην οργάνωση έναντι 300 έως 800 ευρώ.
Καθημερινά εκτελούνταν έως και 40 τηλεφωνικές κλήσεις εξαπάτησης, ενώ η οργάνωση χρησιμοποιούσε περισσότερα από 150 επιχειρησιακά κινητά που άλλαζαν συνεχώς για να αποφεύγεται ο εντοπισμός.
Η μεγάλη επιχείρηση και τα ευρήματα
Η επιχείρηση για την εξάρθρωση της οργάνωσης πραγματοποιήθηκε στις 13 Νοεμβρίου με τη συμμετοχή περίπου 400 αστυνομικών από όλες τις Διευθύνσεις Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων της Αττικής και της Πελοποννήσου. Σε 73 έρευνες σε καταυλισμούς και οικίες εντοπίστηκαν:
- 38.564 ευρώ, λίρες Αγγλίας και δολάρια
- ναρκωτικά, πιστόλια, μαχαίρια και άλλα όπλα
- πλήρες εργαστήριο υδροπονικής καλλιέργειας
- 23 υπολογιστές και 116 κινητά τηλέφωνα
- 10 αυτοκίνητα και 4 μοτοσικλέτες
- σφραγίδες, πλαστά έγγραφα και κοσμήματα
Μέχρι στιγμής έχουν εξιχνιαστεί 1.089 περιπτώσεις απάτης, με το παράνομο οικονομικό όφελος να ξεπερνά τα 7,6 εκατομμύρια ευρώ. Οι αρχές εκτιμούν ότι τα πραγματικά περιστατικά είναι πολλά παραπάνω, καθώς αρκετά θύματα -ιδιαίτερα ηλικιωμένοι- δεν κατήγγειλαν ποτέ τα γεγονότα από φόβο ή ντροπή.
Θύματα υπό ψυχολογική πίεση
Η δράση της οργάνωσης είχε σοβαρές επιπτώσεις και στην ψυχική υγεία πολλών παθόντων.
Καταγράφηκαν περιστατικά κρίσεων πανικού, ισχαιμικών επεισοδίων και επιδείνωσης χρόνιων παθήσεων, ενώ αρκετοί ηλικιωμένοι άλλαξαν τον τρόπο ζωής τους, φτάνοντας ακόμη και στην ανάγκη μόνιμης φροντίδας στο σπίτι.








