Το εξωτικό dragon fruit, γνωστό και ως φρούτο του δράκου ή pitaya, δεν είναι πλέον μια γκουρμέ περιέργεια στα ράφια των καταστημάτων. Η καλλιέργειά του εξαπλώνεται ραγδαία στην Κρήτη και την Πελοπόννησο, προσελκύοντας αγρότες, επενδυτές και λάτρεις των superfoods, καθώς η τιμή του φτάνει ή και ξεπερνά τα 15–20 ευρώ το κιλό.
Μικρές φάρμες, μεγάλα οφέλη
Στην Κρήτη, κυρίως από το Ηράκλειο μέχρι την Ιεράπετρα, δεκάδες παραγωγοί επενδύουν σε θερμοκηπιακή καλλιέργεια του dragon fruit, εκμεταλλευόμενοι το ήπιο κλίμα και την εμπειρία τους στην αγροτεχνολογία. Το Ηράκλειο ξεχωρίζει για την προώθηση του προϊόντος σε premium αγορές, ενώ η Ιεράπετρα αξιοποιεί την τεχνογνωσία των θερμοκηπίων.
Στην Πελοπόννησο, η Καλαμάτα ηγείται της προσπάθειας, με οικογενειακές μονάδες να φτάνουν αποδόσεις ρεκόρ, έως και 5 τόνους ανά στρέμμα. Οι πρώτες σοβαρές εξαγωγικές απόπειρες βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη, κυρίως προς ευρωπαϊκές αγορές.
Επένδυση με “γλυκούς καρπούς”
Η εγκατάσταση καλλιέργειας dragon fruit μπορεί να ξεπερνά τα 5.000 ευρώ ανά στρέμμα, ωστόσο η απόσβεση γίνεται σύντομα, χάρη στη ζήτηση από ξενοδοχεία 5 αστέρων, gourmet καταστήματα και fusion εστιατόρια. Η ελληνική παραγωγή καλύπτει σήμερα λιγότερο από το 10% της ζήτησης, ανοίγοντας τον δρόμο για ακόμη περισσότερες επενδύσεις.
Superfood με παγκόσμια φήμη
Το dragon fruit είναι πλούσιο σε βιταμίνη C, αντιοξειδωτικά, μαγνήσιο, φυτικές ίνες και υγιή λιπαρά από τους χαρακτηριστικούς μαύρους σπόρους του. Είναι αγαπημένο συστατικό σε smoothies, φρουτοσαλάτες, sorbets, ακόμα και σε sushi rolls και κοκτέιλ υψηλής αισθητικής. Δεν είναι τυχαίο που θεωρείται ένα από τα πιο δημοφιλή superfoods της εποχής.
Το ελληνικό πλεονέκτημα στην παγκόσμια αγορά
Μεγάλες αγορές όπως το Ισραήλ, το Βιετνάμ και η Κολομβία έχουν καθιερωθεί στην παγκόσμια παραγωγή του φρούτου. Όμως η Ελλάδα ποντάρει στο τρίπτυχο: φρεσκάδα – ήλιος – ποιότητα. Η άμεση διάθεση, η γαστρονομική κουλτούρα και η συνεχής καινοτομία ίσως καταστήσουν την Κρήτη και την Πελοπόννησο εξαγωγικά κέντρα dragon fruit στη Μεσόγειο.