Γυρίζω σε Σένα
Μεγάλε Φίλε της νιότης μου
που έθρεψες τις ημέρες μου
με πόνο και ελπίδα.
Γυρίζω σε Σένα
Μεγάλε Φίλε της νιότης μου
που υπόμενες τις αμαρτίες
της τρυφηλής έπαρσής μου.
Θα σε προσμένω
στο αντίο της υποκρισίας μου,
στον ανοιχτό ουρανό των πεφορτισμένων
ως τον επερχόμενο ύπνο
κι’ ως την κοινήν Ανάσταση.
(Επίλογος 2014, Της Όγδοης Ημέρας (1995), Λυρικό Ημερολόγιο, 2014)

Πόσο δύσκολα μπορεί να γράψει κάποιος δυο λέξεις αποχαιρετισμού για πρόσωπο που τον τίμησε με φιλία και κυρίως με την ανάθεση της παρουσίασης του έργου ζωής του! Δεν είχα φανταστεί, όταν το 2014 παρουσίαζα το Λυρικό Ημερολόγιο του Πάνου Λιαλιάτση, πως σήμερα θα ξεκινούσα τον αποχαιρετισμό μου στο μεγάλο του ταξίδι μ’ένα ποίημα που τότε θεωρούσα πως δεν έπρεπε να αναφερθώ. Και είναι ακόμη πιο οδυνηρό να ξαναβλέπεις τις στιγμές που βρίσκεσαι ανάμεσα σε δυο αγαπημένα πρόσωπα που πλέον δεν υπάρχουν πια και με τα οποία μοιράστηκες πλούσιους συναισθηματισμούς, ιδέες και αναζητήσεις: την Κατερίνα Παπαδριανού και τον Πάνο Λιαλιάτση. Δυο άξιους ανθρώπους του πνεύματος που άφησαν τη δική τους σφραγίδα στον πολιτισμό του τόπου μας.

Υπάρχουν τοπικές κοινωνίες που θα πρέπει να αισθάνονται τυχερές όταν κάποια μέλη τους, άνθρωποι ξεχωριστοί, τις αναδεικνύουν ως τόπους πνευματικής παραγωγής και διατηρούν ολόκληρο το προγενέστερο έργο στην κοινή μνήμη. Ο Πάνος Λιαλιάτσης είναι για το Ναύπλιο και την Αργολίδα μια τέτοια ξεχωριστή προσωπικότητα. Δημιουργός και περιπατητής στα Γράμματα και τις Τέχνες, κατάφερε να διαφυλάξει για τους νεότερους τη σημαντική προσφορά των τοπικών δημιουργών στα Ελληνικά Γράμματα. Και δεν είναι μόνο τα δυο του γνωστά έργα, η «Αργολική Λογοτεχνία (1830-1993)» και το «Λυρικό Ημερολόγιο» που οριοθετούν την δημιουργική προσφορά του, είναι επίσης και όλο το μεταφραστικό έργο καθώς και οι αναλύσεις του στον τύπο, που χαρακτηρίζουν αυτή την πορεία και το έργο. Δύσκολο, πολύ δύσκολο, να τα παρουσιάσει κανείς διατηρώντας μια ισορροπία ανάμεσα στην προσωπικότητα, το έργο και τη συμβολική της παρουσίας ενός ανθρώπου που αναζητά το αίτιο της ύπαρξής του στον αναχωρητισμό και ταυτόχρονα στην εγκοσμιότητα. Μόνο ως άσκηση πνευματική μπορεί κανείς να διανοηθεί μια τέτοια παρουσίαση και να ξεπεράσει το φόβο της απλουστευτικής καταγραφής μιας πορείας ζωής.

Ο ίδιος μου εξομολογήθηκε, καθώς προετοιμάζαμε την παρουσίαση του έργου του, πως βίωσε πραγματικά έντονα το δίλλημα των νεανικών αναζητήσεων ενασχόλησης ανάμεσα στην «Πατρολογία» και τη «Λογοτεχνία». Η φιλοσοφική διάσταση και των δυο δυσχέραινε την επιλογή σε ένα μυαλό που ακολουθούσε από τη μια υπαρξιακές αναζητήσεις και από την άλλη την συναισθηματική έκφραση μέσω της ποίησης ενός κόσμου που ασφυκτιούσε εντός του και που καμία ασκητική δεν μπορούσε να δαμάσει. Χρειάζεται πραγματικά δύναμη ψυχική και παιδευτικός πλούτος για να μπορέσει κανείς να ισορροπήσει και να συνδυάσει λοιπόν την εγκοσμιότητα με τον αναχωρητισμό. Χρειάζεται επίσης απόλυτη αίσθηση του χρόνου και διανοητική ευεξία για να μπορείς να περνάς από το ένα στο άλλο, χωρίς να δημιουργείς κενά στο πρόσωπο και στον περίγυρό του.
Πως μπορούσε να ισορροπεί ο ποιητής Πάνος Λιαλιάτσης ανάμεσα στα δυο; Με την δημιουργική πορεία ζωής, όπου οι ανησυχίες, οι αναζητήσεις, τα συναισθήματα και οι στοχασμοί, αποτελούσαν μέρος μιας ήρεμης, αθόρυβης στάσης, ενός αναχωρητισμού που επιτρέπει την κατάκτηση της αυτογνωσίας, του επίπονου διαλογισμού για το περιεχόμενο και τον σκοπό της ίδιας της ύπαρξης. Κι έπειτα, γινόταν η επιστροφή στα εγκόσμια. Στον βιοπορισμό. Στην οικογένεια. Στην εργασία. Στη βουή της πόλης. Το ίδιο ήρεμα και αθόρυβα. Αποδίδοντας το αποτέλεσμα της ψυχικής και διανοητικής διεργασίας που μόλις είχε περατώσει, στον κόσμο, στους γύρω του, στους μαθητές του. Γράφει ποιήματα, μεταφράζει λογοτεχνικά έργα, ασκείται στην ιστορία της λογοτεχνίας χαρίζοντας στον τόπο ένα εξαιρετικό έργο, την Αργολική Λογοτεχνία, αρθρογραφεί παρουσιάζοντας ένα μέρος της προσωπικής του πορείας, των δικών του αναζητήσεων και στάσεων ζωής.

Αυτή λοιπόν η πορεία ζωής, κατά την ταπεινή μου γνώμη, συνιστά κοινωνικό παράδειγμα. Και ο συμβολισμός του είναι τόσο πιο δυνατός όσο πιο θορυβώδης και επίπλαστη παρουσιάζεται και εξελίσσεται η περιρρέουσα πραγματικότητα. Ο Πάνος Λιαλιάτσης προερχόταν από την σπάνια εκείνη φύτρα ανθρώπων που είχαν ταχθεί να υπενθυμίζουν τις απαράβατες αρχές και τους όρους του εν κοινωνία βίου. Την ευγένεια, το ήθος, την εργατικότητα, την χρηστή προσωπικότητα ως αποτέλεσμα του αγαθού της παιδείας, την απόδοση στην κοινωνία των αποτελεσμάτων ενός έργου που του είχε ανατεθεί. Είναι ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν, ιδιαίτερα σήμερα, τον αξιοπρεπή από τον αυλοκόλακα, τον πεπαιδευμένο από τον απαίδευτο και τον ημιμαθή, τον σκεπτόμενο Πολίτη από τον πιθηκισμό της μάζας, την κριτική σκέψη από τον μηρυκασμό. Ο Πάνος Λιαλιάτσης ήταν από τους ανθρώπους που αντιστέκονται στη γενικευμένη πλέον αγένεια μιας κοινωνίας που έμαθε να καταναλώνει χωρίς όρια και να εξισώνει χωρίς ηθικές αναστολές. Και γι’αυτό το έργο του έχει ιδιαίτερη αξία. Είναι έργο ζωής. Έργο που διαμορφώθηκε σε μια πορεία ζωής.

Η αγάπη του για τη λογοτεχνία και ιδιαίτερα την ποίηση αρχίζει από τα εφηβικά του χρόνια και εντείνεται στη διάρκεια των φοιτητικών χρόνων. Όμως, είναι ο επαγγελματικός στίβος που θα κάνει πραγματικότητα το όνειρό του να βρεθεί σε μαθητική τάξη διδάσκοντας και θα αναδείξει τις αρετές ενός πραγματικού Δασκάλου, επιτρέποντας ταυτόχρονα την ενασχόληση με την ποίηση και τη συγγραφή. Η πορεία του εκπαιδευτικού Λιαλιάτση στην επαγγελματική εκπαίδευση δεν αποτελούσε τυχαία παρόρμηση ή έστω χαρούμενο ξέσπασμα από την αναπάντεχη πραγματοποίηση του ονείρου να δει εαυτόν διδάσκοντα. Ήταν αποτέλεσμα μιας βαθιάς και γόνιμης διαδικασίας αυτογνωσίας και αυτοκαθορισμού στο σύνολο και ιδιαίτερα απέναντι στους νέους. Ήδη σε καιρούς περίεργους ο Πάνος Λιαλιάτσης τολμά να εκφράσει άποψη για τη σεξουαλικότητα των νέων και μάλιστα σε χριστιανικό περιοδικό (Σύναξη) με τόση και τέτοια καθαρότητα λόγου που προκαλεί έκπληξη αν αναλογισθεί κανείς τη χρονική περίοδο! Με την ίδια αγάπη αναφέρεται και προβάλει τους νέους δημιουργούς και χαίρεται, όπως στην περίπτωση του Τ.Πετρουλά, για τους μαθητές του που ακολουθούν ένα μέρος του δρόμου που έχει πάρει ο ίδιος.

Μπορεί το έργο του Πάνου Λιαλιάτση να χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια να καταγράψει στο δοκίμιο τη ζωή ως ένα διαρκές θαύμα, όμως η μεγάλη του αγάπη για την ποίηση θα προσδώσει στην προσπάθεια αυτή ένα ξεχωριστό βηματισμό. Θα δημιουργήσει έναν βαθύ πνευματικό δεσμό με την Ποίηση, με το χώρο δηλαδή που του επέτρεψε σε ολόκληρη τη ζωή του να βιώνει τον αναχωρητισμό και να χαίρεται την εγκοσμιότητα.
Ξεκινώντας για το μεγάλο ταξίδι η έκφραση της λύπης μας δε μπορεί να καλύψει την έκφραση της χαράς μας που αξιώθηκε τώρα να ταξιδέψει στο φως. Το είχε ο ίδιος καταγράψει στη «Διαθήκη» του:
Τώρα αγναντεύω το νέο κόσμο
με το θαυμασμό του νηπίου
και την ταπείνωση του αμαρτωλού.
Θα σκύψω το κεφάλι καρτερικά
να μ’οδηγήσεις στις νέες πύλες
που τις ανοίγει η αγάπη.
Κι όλη η ζωή μου μια προσμονή
Της ηδονής των βημάτων σου.
Καλό ταξίδι Πάνο Λιαλιάτση. Ένα μεγάλο ευχαριστώ που μου επέτρεψες, χωρίς να δέχεσαι τον παραμικρό αντίλογο, να κάνω αυτή την δύσκολη άσκηση της παρουσίασης του έργου και της ζωής σου υποδεικνύοντάς μου με την απαράμιλλη ταπεινότητα που σε διέκρινε πάντα, πως η παρουσίαση θα έπρεπε να είναι απέριττη, σοβαρή, χωρίς ακρότητες. Φιλιά πολλά στην Κατερίνα Παπανδριανού και σε όλες/όλους που τώρα σε καρτερούν να φτάσεις στο γιορτινό τραπέζι. Θα σε έχουμε στην καρδιά μας μέχρι να συναντηθούμε ξανά στο νέο κόσμο που αγναντεύεις.
(25-4-2025)