Η ελληνική νομοθεσία ετοιμάζεται να αλλάξει σημαντικά τον τρόπο που διαχειρίζεται τις κληρονομικές διαδικασίες, με στόχο την καλύτερη προστασία των κληρονόμων από τα δυσβάσταχτα χρέη και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των δανειστών.
Μετά τη λήψη αποφάσεων για τις ιδιόγραφες διαθήκες, η νομοπαρασκευαστική επιτροπή προχωρά σε αλλαγές που αφορούν τις διαδικασίες αποδοχής και αποποίησης κληρονομιάς, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τα κενά του ισχύοντος δικαίου.
Τι ισχύει μέχρι τώρα
Σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο, οι κληρονόμοι έχουν προθεσμία τεσσάρων μηνών από τον θάνατο του κληρονομούμενου για να δηλώσουν αν αποδέχονται ή αποποιούνται την κληρονομιά. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή δημιουργεί προβλήματα, ιδιαίτερα όταν κληρονόμοι αποδέχονται την περιουσία χωρίς να γνωρίζουν τα χρέη που τη συνοδεύουν.
Οι δικαστικές υποθέσεις συχνά αποκαλύπτουν περιπτώσεις όπου οι κληρονόμοι επικαλούνται πλάνη για την κατάσταση της περιουσίας ή την ημερομηνία θανάτου, προσπαθώντας να αναιρέσουν την αποδοχή μιας κληρονομιάς που αποδείχθηκε οικονομικά καταστροφική.
Οι προτεινόμενες αλλαγές
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Τα Νέα», εξετάζονται τρεις κύριες προτάσεις για την αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου:
- Παράταση της προθεσμίας αποποίησης: Ο χρόνος για την αποποίηση μπορεί να επεκταθεί πέραν του τετραμήνου, δίνοντας στους κληρονόμους μεγαλύτερο περιθώριο να αποφασίσουν.
- Αγγλοσαξονικό μοντέλο εκκαθάρισης: Προτείνεται η εκκαθάριση της κληρονομιαίας περιουσίας πριν ενωθεί με την προσωπική περιουσία των κληρονόμων, αποτρέποντας την οικονομική κατάρρευση.
- Υποχρεωτική αποδοχή με το ευεργέτημα της απογραφής: Με τη μέθοδο αυτή, οι κληρονόμοι θα προστατεύονται αυτόματα από τυχόν χρέη, διασφαλίζοντας την προσωπική τους περιουσία.
Στόχοι των αλλαγών
Οι προτάσεις αυτές αποσκοπούν:
- Στην προστασία των κληρονόμων από χρέη που δεν γνώριζαν κατά την αποδοχή της κληρονομιάς.
- Στη διασφάλιση των δανειστών, ώστε να μην δημιουργηθούν κενά δικαίου ή αθέτηση των συναλλαγών.
Οι αλλαγές αναμένεται να συμβάλουν στη σταθερότητα και τη διαφάνεια του κληρονομικού δικαίου, ελαχιστοποιώντας τις διαμάχες και ενισχύοντας την εμπιστοσύνη στις συναλλαγές.